Ο Εμμανουέλε Γκράτσι (ιταλικά: Emanuele Grazzi - 30 Μαΐου 1891 - 7 Σεπτεμβρίου 1961), ήταν Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα κατά τη κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940. Γεννήθηκε το 1891. Από νωρίς ακολούθησε διπλωματική σταδιοδρομία καταλαμβάνοντας, διαδοχικά, θέσεις διπλωματικού υπαλλήλου, προξένου και στη συνέχεια πρεσβευτή σε διάφορες Χώρες. Ήταν ευφυής και πολύ κοσμικός. Μάλιστα, όταν ακόμα πλησίαζε η θύελλα του πολέμου, διαβεβαίωνε τους πάντες περί των άριστων διαθέσεων του Ιταλού δικτάτορα ηγέτη Μπενίτο Μουσολίνι προς την Ελλάδα, φθάνοντας στο σημείο, την παραμονή της κήρυξης του πολέμου, να δίνει στην Ιταλική Πρεσβεία μεγάλη δεξίωση.
Μετά το πέρας της δεξίωσης εκείνης, όταν πλέον αποκρυπτογραφήθηκε ολόκληρο το κείμενο του τελεσίγραφου, που στελνόταν τμηματικά, έσπευσε να το επιδώσει ο ίδιος, τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου του 1940, στον Έλληνα Πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά στην οικία του στη Κηφισιά. Η απάντηση, όμως, που έλαβε στη γαλλική γλώσσα ως τελικό συμπέρασμα επί των απαιτήσεων του τελεσιγράφου, όπως "να επιτραπεί στα ιταλικά στρατεύματα η ελεύθερη διέλευση, προκειμένου να καταλάβουν διάφορες επίκαιρες θέσεις επί του εδάφους του Ελληνικού Βασιλείου", ήταν: "Alors, c'est la guerre!" (= Λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμος), πράγμα που αποτέλεσε και το "ΟΧΙ" της Ελλάδας.
Γράφει λοιπόν ο Γκράτσι στο ημερολόγιο του...
«Μόλις καθίσαμε του είπα ότι έχω να κάμω μία ανακοίνωση και του έδωσα το έγγραφο. Άρχισε μετά προσοχής να το διαβάζει. Παρακολούθησα τη συγκίνησή του στα χέρια του και στα μάτια του. Όταν τελείωσε την ανάγνωση, σήκωσε το κεφάλι του και κάρφωσε τα μάτια του επάνω μου. Με σταθερή φωνή και βλέποντας με κατάματα μου είπε:
«Λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμος...!!!»
Του απάντησα αργά και σιγά ότι αυτό θα ήταν δυνατόν να αποφευχθεί, αν η ελληνική κυβέρνηση έδινε διαταγή να επιτραπεί στα τμήματα του ιταλικού στρατού, που θα κινούνταν την 6ην πρωινή ώρα να περάσουν. Μου απάντησε:
«ΟΧΙ...!!!»...Διότι και τεχνικώς ακόμη θα ήταν τούτο «αδύνατο» να γίνει.
Του πρόσθεσα: Αν ο στρατηγός Παπάγος μπορούσε δια του ασυρμάτου να διαβιβάσει μια διαταγή στις διοικήσεις των μονάδων να μην παρεμβάλλουν εμπόδια στα τμήματα του ιταλικού στρατού. Ο Μεταξάς με διέκοψε και μου είπε:
«ΟΧΙ! Αδύνατον...!!! Η ευθύνη του πολέμου βαραίνει απολύτως την ιταλική κυβέρνηση. Διότι γνώριζε πολύ καλά ότι η Ελλάς ήταν αποφασισμένη να παραμείνει ουδέτερη, αλλά και αποφασισμένη να υπερασπισθεί το έδαφός της, εναντίων οποιουδήποτε που θα επιχειρούσε να το παραβιάσει.»
Ψιθύρισα...Δεν χάνω την ελπίδα. Ο Μεταξάς σηκώθηκε και με συνόδευσε μέχρι την πόρτα χωρίς να μου δώσει απάντηση. Έφυγα υποκλινόμενος, με το βαθύτερο σεβασμό, προ του γέροντος αυτού, που προτίμησε τη θυσία αντί της υποδουλώσεως. Έφυγα ταπεινωμένος και με σφιγμένη τη ψυχή μου από μίσος για το επάγγελμα μου. Μετά την αναχώρηση μου από την οικία της Κηφισιάς του Ι.Μεταξά, ήμουν απολύτως βέβαιος ότι μέχρι τις 6 το πρωί που θα έληγε η δια του τελεσιγράφου τασσόμενη προθεσμία αποδοχής των όρων του, ουδεμία επρόκειτο να μου δοθεί απάντηση εκ μέρους της τότε ελληνικής κυβέρνησης, όπως και συνέβη.
Γι΄αυτό και δεν δοκίμασα καμία έκπληξη όταν το ρολόι σήμανε την 6η πρωινή, χωρίς να έχω λάβει καμία απάντηση επί του επιδοθέντος εγγράφου. Από το «ΟΧΙ» και το «ΑΔΥΝΑΤΟΝ» που δις μου επανέλαβε και όταν ακόμη έφευγα, ο Μεταξάς, σχημάτισα αμέσως την απόλυτη βεβαιότητα , ότι ουδεμία συζήτηση υποχώρησης εκ μέρους του μπορούσε να γίνει. Η άρνηση υποταγής, το «ΟΧΙ» του, ήταν απόλυτο και κατηγορηματικό.»
Εμανουέλε Γκράτσι, Ιταλός πρέσβης (από το ημερολόγιο του).
Τις επόμενες ώρες ακολούθησε η επίθεση των Ιταλικών δυνάμεων, η ηρωική αντίσταση των Ελληνικών δυνάμεων και τα διαγγέλματα των Ιωάννη Μεταξά και Γεωργίου Β' προς τον ελληνικό λαό (28-10-1940).
Διάγγελμα Ι. Μεταξά προς τον ελληνικόν λαόν,
Η στιγμή επέστη που θα αγωνισθώμεν διά την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος, την ακεραιότητα και την τιμήν της. Μολονότι επεδείξαμεν την πλέον αυστηράν ουδετερότητα και ίσην, προς όλους, η Ιταλία μη αναγνωρίζουσα εις ημας το δικαίωμα να ζώμεν ως ελεύθεροι Έλληνες μου εζήτησεν σήμερον την 3ην πρωινήν ώραν, την παράδοσιν τμημάτων του εθνικού εδάφους κατά την ιδίαν αυτής βούλησιν ότι προς κατάληψιν αυτών η κίνησις των στρατευμάτων της θα ήρχιζε την 6ην πρωινήν. Απήντησα εις τον Ιταλόν Πρέσβυν ότι θεωρώ και το αίτημα αυτό καθ' εαυτό και τον τρόπον με τον οποίον γίνεται τούτο ως κήρυξιν πολέμου της Ιταλίας κατά της Ελλάδος.
Ἐν τοῖς ἀνακτόροις τῶν Ἀθηνῶν τῇ 28ῃ Ὀκτωβρίου 1940 Γεώργιος Β΄