1. Ο ΕΝΦΙΑ είναι μια θλιβερή πραγματικότητα για την χώρα μας, στην οποία αλλεπάλληλες κυβερνήσεις αποτελούμενες προφανώς από δουλικούς υπουργούς, σκυφτούς οσφυοκάμπτες και ακάματους yes - men, παραδίδουν σταδιακά αλλά σταθερά την χώρα σε ξένα τοκογλυφικά αντεθνικά συμφέροντα. Τον οικονομικό κεντροευρωπαϊκό πυρήνα τον έχουν αποδεχθεί ως μπροστάρη της δήθεν Ενωμένης Ευρώπης και ως εγγυητή της δήθεν δημοσιονομικής ομαλότητας και αγόγγυστα υπηρετούν τους τοκογλύφους που μεθοδευμένα και συνειδητά μας χρεοκόπησαν, αφού πρώτα συνεταιριζόμενοι με τους εγχώριους απατεώνες και τους καταχραστές του δημοσίου επί δεκαετίες, φρόντισαν να μας υπερχρεώσουν και μάλιστα σε βαθμό που το χρέος να είναι εξ ορισμού μη αποσβέσιμο.
Το χρέος ως προϊόν μακροχρόνιου δόλου προκύπτον από την σύμπραξη της Βορειοευρωπαϊκής διακρατικής Μαφίας με την ντόπια συνομοσπονδία των εγκληματικών οργανώσεων και ως καρποφορία πολυσχιδούς εγκληματικής δραστηριότητας, είναι παράνομο και δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να γίνει αποδεκτό. Αποδεχόμενές το οι Ελληνικές κυβερνήσεις, στην ουσία έγιναν συνεταίροι της διεθνούς ομοσπονδίας της παραχάραξης της Ευρωπαϊκής ιδέας και υπάλληλοι αρωγοί των διεθνών τοκογλυφικών συστημάτων οικονομικής υποταγής εθνών και λαών.
Από την στιγμή που έγινε η αποδοχή του υπέρογκου προκλητού μη εξυπηρετούμενου και μη αποσβέσιμου χρέους, οι Ελληνικές κυβερνήσεις αλλά και τα κόμματα που τις στηρίζουν, συνιστούν πλέον προδοτικό μηχανισμό εξασφάλισης δουλείας και απεμπόλησης των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, των απορρεόντων εκ του συντάγματος και εκ του διεθνούς δικαίου.
.
2. Ο ΕΝΦΙΑ ως φόρος για κατοχή ακίνητης περιουσίας στην ουσία είναι φόρος υποτελείας και φόρος που πιστοποιεί επίσημα την σκλαβιά. Είναι το νομικό περιτύλιγμα της υποδούλωσης κράτους σε κράτος και η έμπρακτη διαβεβαίωση της υποταγής ανθρώπου σε άνθρωπο. Οι διαπιστώσεις αυτές προέρχονται από την απλή κριτική μελέτη της ιστορίας, που μας διδάσκει ότι όλα τα κυρίαρχα κράτη, μετά από πολέμους, ελάμβαναν φόρους υποτελείας από τους εκάστοτε σκλαβωμένους, που αυτοί πάντα ισοσταθμίζονταν τα ποσά στα σκλαβωμένα έθνη με βάση την περιουσιακή κατάσταση του κάθε σκλαβωμένου υπηκόου ή με βάση την παραγωγή αγαθών απ’ αυτόν, που πλέον γινόταν και επίσημα δούλος.
Μια ματιά στην ιστορία θα μας δώσει εκατοντάδες τέτοια παραδείγματα. Η ύπαρξη φόρου κατοχής για ακίνητη περιουσία σε κάθε Έλληνα πολίτη, που έχει Ελληνική υπηκοότητα και Ελληνική ιθαγένεια και κατάγεται από γονείς που αμφότεροι είναι Ελληνικής ιθαγένειας, συνιστά αναμφίβολα και αυταπόδεικτα ισχυρό νομικό τεκμήριο δουλείας, εννοούμενης ως ισοδύναμης με την συναντώμενη στην Ρωμαϊκή ιστορική περίοδο όπου υπήρχε και η αγοραπωλησία των δούλων ή με την καταγεγραμμένη στα πρώιμα και σκληρά χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Εξάλλου η αδυναμία της καταβολής του φόρου κατοχής ακινήτου περιουσίας οδηγεί σε κατασχέσεις και πλειστηριασμούς, δηλαδή σε «βίαιη» αλλαγή του ιδιοκτήτη, με την δυνατότητα υπαγωγής της ιδιοκτησίας ακόμη και σε άτομα μη Ελληνικής υπηκοότητας ή μη Ελληνικής ιθαγένειας, γεγονός που σημαίνει άμεση απεμπόληση του κυριαρχικού δικαιώματος της λαϊκής κυριαρχίας ως συστατικού του Δημοκρατικού Πολιτεύματος. Η λαϊκή κυριαρχία εννοείται ως συνθήκη υφιστάμενη σε ενεργούς και ισότιμους πολίτες της εδαφικής επικράτειας του ανεξάρτητου κράτους. Η απόκτηση ιδιοκτησίας από μη Έλληνες σημαίνει βάναυση κακοποίηση της λαϊκής κυριαρχίας, αφού αυτή σκυλεύεται με νομικίστικες προφάσεις και αφαιρείται σταδιακά ζωτικός εδαφικός χώρος από την θεμελιωμένη φροντίδα των συνταγματικών επιταγών για λαϊκή κυριαρχία και συνεπαγόμενη εθνική ανεξαρτησία.
Η εκχώρηση κυριαρχικού εδάφους της χώρας με νομικίστικες οικονομικής φύσεως αιτιολογήσεις και προσχήματα απορρέοντα από την συμμετοχή της χώρας σε πολιτικές ή οικονομικές διακρατικές συμπράξεις όπως είναι η Ευρωζώνη, μόνο ως προσχηματική τακτική μπορεί να εκληφθεί, αφού εξ’ ορισμού, σε κάθε οικονομικής φύσεως αμφικτιονία, ο τελικός επικυρίαρχος θα είναι πάντα ο οικονομικά ισχυρότερος. Αντίθετα, ο οικονομικά ανίσχυρος θα αποτελεί τον ουραγό της κάθε διεθνιστικής πολιτικής και ενίοτε τον επαίτη της διεθνούς σκηνής διακίνησης χρήματος. Έτσι, με την τακτική της φορολόγησης ακίνητης περιουσίας, εξ’ ορισμού σταδιακά θα μειώνονται οι Έλληνες ιδιοκτήτες γης και θα εγκαθίστανται Γερμανοί και άλλοι Βορειοευρωπαίοι ή Κεντροευρωπαίοι ως ιδιοκτήτες. Φαινόμενο που με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγήσει στην ριζική αλλαγή του πολιτικού υποκείμενου της Ελληνικής Δημοκρατίας, αφού οι μη Έλληνες ιδιοκτήτες της γης δεν θα υπόκεινται ουσιαστικά στις επιταγές του Ελληνικού συντάγματος. Κάθε όμως Σύνταγμα ισχύει εφόσον έχει ως υποκείμενο της προβλεπόμενης δράσης τον ελεύθερο λαό της χώρας αναφοράς.
Έτσι, οδηγούμαστε μοιραία στον ιστορικό συμβιβασμό, η Ελληνική Δημοκρατία τους να έχει ακτήμονες Έλληνες πολίτες και ξένους ιδιοκτήτες γης μη πολίτες της, ώστε όλα τα μέσα πλούτου και όλες οι παραγωγικές δυνάμεις του τόπου τελικά να υπόκεινται σε έξωθεν πολιτικές επιβολές και να εναρμονίζονται σε ξένες πολιτιστικές επιρροές, ενώ οι πολίτες της χώρας κατ’ ουσίαν θα είναι φολκλορικής συνεισφοράς στο εναπομείναν πολιτιστικό γίγνεσθαι. Μια πρόσθετη μορφή πολιτιστικής δουλείας επιπροστιθέμενη στην επίσημη οικονομική σκλαβιά την άμεσα απορρέουσα από την ύπαρξη φόρου ακινήτων.
3. Όπως είχε κρίνει το ΣτΕ (Ολομ. 4446/2015), η παράλειψη των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών να εκδώσουν υπουργική απόφαση με την οποία θα αναπροσαρμόζονται οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων της χώρας στις τρέχουσες εμπορικές, είναι αντίθετη στο Σύνταγμα. Είναι προφανές ότι με τις νέες αντικειμενικές αξίες που όρισε η κυβέρνηση το 2016 και τα εκκαθαριστικά σημειώματα που έχουν ήδη αναρτηθεί σε εκατομμύρια Έλληνες, δεν υπάρχει καμία προσαρμογή στις εμπορικές αξίες, επομένως οι αντικειμενικές αξίες παραμένουν μη συμμορφωμένες με το πνεύμα και την ουσία των αποφάσεων του ΣτΕ.
Όμως, η απόφαση του ΣτΕ εξ’ ορισμού δεν πρέπει να θεωρηθεί ως άμεσα σχετιζόμενη με τον ΕΝΦΙΑ, αλλά είναι ευνόητο ότι αναφέρεται στην νόμιμη φορολόγηση των ακινήτων την αναφερόμενη σε πράξεις αγοραπωλησίας ή κληρονομιάς ή εν γένει μεταβίβασης. Αυτή την διαφοροποίηση την τονίζω, διότι η προαναφερόμενη απόφαση πιθανόν να εκληφθεί δολίως ως νομιμοποιούσα την ύπαρξη του ΕΝΦΙΑ.
Ο ΕΝΦΙΑ ως μέθοδος σκλαβιάς και κατάφορης συνταγματικής διαστροφής σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατόν να νομιμοποιηθεί από μια οποιαδήποτε δικαστική απόφαση. Είναι άλλωστε κοινός τόπος ότι η καθιέρωση του ΕΝΦΙΑ οδήγησε την ακίνητη περιουσία σε απαξίωση και την εμπορική αξία των πάσης φύσεως ακινήτων σε κατακρήμνιση. Το γεγονός ότι εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες προσπαθούν να ξεφορτωθούν όσο όσο τα ακίνητά τους και μάλιστα οι πιο πολλοί χωρίς να μπορούν να το επιτύχουν, αφού το αγοραστικό ενδιαφέρον για την γη σχεδόν εκμηδενίστηκε, οδηγεί στο ασφαλές συμπέρασμα περί σημαντικής και γενικευμένης απώλειας της αξίας της γης. Αυτό με πιο απλά λόγια λέγεται απώλεια πλούτου των ιδιοκτητών και συνεπώς σημαντική απώλεια εθνικού πλούτου. Η εν λόγω απώλεια εθνικού πλούτου δεν έχει υπολογιστεί από τις αρμόδιες κρατικές αρχές, όπως είναι το υπουργείο εθνικής οικονομίας και η ΕΛΣΤΑΤ, ενώ θα έπρεπε να γίνεται σε τακτική βάση η αποτίμηση του εθνικού πλούτου του αποκομιζόμενου από την αξία της γης και της ιδιοκτησίας.
Συνεπώς, η καθιέρωση του ΕΝΦΙΑ έχει διττή και δόλια υποκείμενη οικονομική βάση. Επικυρώνει νομικά την σκλαβιά προς ξένους τοκογλύφους, επιβραβεύοντάς τους για την πολύχρονη μεθοδευμένη φτωχοποίηση της χώρας, ενώ ταυτόχρονα επιτείνει περαιτέρω και σε ανυπολόγιστο ύψος την φτωχοποίηση, υποτιμώντας έως και εκμηδενίζοντας σε αρκετές περιπτώσεις την αξία της γης και της Ελληνικής ιδιοκτησίας.
Επίσης, πέραν αυτών των δυο άμεσων μορφών ευθείας απώλειας αξίας γης, επιβάλλοντας φόρο ιδιοκτησίας στα πάσης φύσεως ακίνητα που δεν αποφέρουν κανένα κέρδος στον ιδιοκτήτη τους, συνεπάγεται η περαιτέρω ατομική φτωχοποίηση του εκάστου Έλληνα πολίτη.
Βλέπουμε δηλαδή τελικά, ότι η επιβολή του ΕΝΦΙΑ, όχι μόνο είσπραξη δεν επιφέρει στα δημόσια ταμεία, αλλά τουναντίον τα μειώνει ανυπολόγιστα δραστικά και γενικά, μέσα από την διαδικασία της πολλαπλής και συνδυασμένης γενικευμένης φτωχοποίησης, που αφορά και τον κάθε πολίτη ατομικά, και την γενική έκπτωση της αξίας της γης και της ιδιοκτησίας, όπως και της απαξίωσης της αθροιστικής αξίας της συνολικής Ελληνικής γης ή της συνολικής Ελληνικής ιδιοκτησίας.
Θα λέγαμε δηλαδή ότι ο ΕΝΦΙΑ συνιστά μια βασική και αποδοτική πολιτική μηχανή στην προσπάθεια επιβολής φτωχοποίησης του κάθε Έλληνα πολίτη αλλά και στην προσπάθεια η Ελλάδα να μείνει χωρίς δημόσιο πλούτο και με απαξιωμένη έως ευτελώς φτηνιάρικη την αξία της γης της.
Το τελικό αποτέλεσμα θα μπορούσε να παρομοιαστεί με την ενέργεια που κάνει κάποιος για να πάρει τους καρπούς από ένα οπωροφόρο δέντρο, κόβοντας σταδιακά τα μεγάλα κλαδιά του, ώστε στο τέλος να μείνει μόνο ο κορμός του, ενώ θα έπρεπε να βάλει μια σκάλα και να ανέβει για να μαζέψει τους καρπούς.